Τελικά ούτε το τσουχτερό κρύο, ούτε τα «ωριαία» της επόμενης μέρας ματαίωσαν το προγραμματισμένο ραντεβού μας. Το απόγευμα της Κυριακής, 28 Ιανουαρίου 2007, μας βρήκε στον ταρσανά του μαστρ-Αντώνη Χιώτη, στο Θόλος.
Μας καλοδέχθηκε και απάντησε πρόθυμα στις ερωτήσεις μας, αν και το μικρόφωνο τον στεναχωρούσε. Από παιδάκι 10-12 χρόνων στη δουλειά, κατέχει την τέχνη του καραβομαραγκού όσο λίγοι, και τη θεωρεί « δουλειά δύσκολη γιατί θέλει μεράκι. Έχει μια ιδιορρυθμία. Εδώ κάθε ξύλο που βάζεις πάνω έχει το δικό του Θεό. Δεν έχει όμοιο του. Πρέπει να έχεις μεράκι για να μπορέσεις να προχωρήσεις.»
Και προχώρησε ο μαστρ-Αντώνης, σκαρώνοντας όπως μας είπε όλων των ειδών τα σκαριά «… και τρεχαντήρια, και βαρκαλάδες, και καραβοσκαράκια μικρά, για να γλυκάνεις τον κόσμο. Μήπως και τραβήξει το μάτι….».
Μας διηγήθηκε πως διάλεγαν τα ξύλα από το δάσος, «…χειμώνα, με το λίγος του φεγγαριού για να είναι η ποιότητα καλύτερη», σε αντίθεση με τις μέρες μας, που « ..όποια εποχή και νά'ναι βάζουν το πριόνι και κόβουν…... Γι'αυτό και οι κατασκευές σήμερα δεν κρατάνε».
Από αυτούς τους καμπυλόγραμμους κορμούς, ξεπηδάνε οι καρένες, τα ποδοστάματα και οι σκαρμοί, τα τουφέκια, οι στραγαλιές και τα ζωνάρια, τα καμάρια, τα κουρζέτα, και τα σανίδια, - και τόσα ακόμα που δεν συγκρατήσαμε- ψηφίδες που δημιουργούν τα στέρεα σκαριά που οργώνουν τα νερά του Αιγαίου μας, αιώνες τώρα.
Όμως οι εποχές άλλαξαν. Τα παραδοσιακά ξύλινα σκαριά αρνούμενα να προσαρμοστούν στους νόμους της τυποποίησης και της μαζικής παραγωγής αποτραβιούνται σιωπηλά από το προσκήνιο.
Μαζί τους χάνεται και η τέχνη που τα δημιούργησε. «Θα σβήσουμε. Θα σβήσουνε όλα τα επαγγέλματα τα παλιά. Δεν υπάρχουν παραγγελίες. Προτιμούν τα έτοιμα που γίνονται με καλούπι και πολυεστέρα.
…Εδώ δεν υπάρχει τυποποίηση ούτε τίποτα. Ούτε μπορείς να χρησιμοποιήσεις ανειδίκευτο προσωπικό. Πρέπει να ξέρει. Πώς να βγει μεροκάματο έτσι.
…Τα χρονάκια αλλάξανε και δουλεύουμε μονάχοι μας . Δεν έρχονται και νέοι στη δουλειά. Άλλος έρχεται για ένα μήνα, άλλος για ένα χρόνο. Πλανόδιοι».
Με αυτή την μελαγχολική διάθεση, αποχαιρετήσαμε τον μαστρ-Αντώνη, χωρίς να δώσουμε απάντηση στο ερώτημα: Υπάρχει τρόπος να γεφυρωθεί η απόσταση ανάμεσα στην διατήρηση της παραδοσιακής αυτής δραστηριότητας και στην οικονομική της βιωσιμότητα ή ξεπερνώντας τις όποιες συναισθηματικές μας αναστολές να αφήσουμε τα πράγματα να πάρουν τον δρόμο τους;.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου