12 Φεβ 2007

ΤΑ ΠΑΝΙΑ. (Α! μέρος)

(Το κείμενο συντάχθηκε από τα μέλη της Ομάδας: Στείρο Γ. ,Παντελίδη Ν., Νικολάου Κ., Συρρή Γ.).


ΓΕΝΙΚΑ ΠΕΡΙ ΠΑΝΙΩΝ
Τα «ιστία» της επίσημης ορολογίας λέγονται πανελλαδικά στην κοινή, «πανιά». Το όνομά τους το πήραν από το υλικό από οποίο είναι κατασκευασμένα.
Τα πανιά λειτουργούν είτε σαν αεροτομές, κατά τις πλεύσεις όπου ο άνεμος πνέει από μπροστά (όρτσα) έως πλάγια, οπότε έλκονται από αυτόν, είτε σαν ανεμοφράκτες κατά την πλεύση με τον άνεμο πίσω (πρύμα), οπότε ωθούνται από αυτόν .
Για να λειτουργήσουν σωστά, πρέπει να είναι κατάλληλα κατασκευασμένα και να τοποθετούνται κατά την ιστιοδρομία στην πρέπουσα θέση, σε σχέση με το σκάφος και τον άνεμο.
Στα μεγάλα ναυτικά κέντρα όλων των εποχών υπάρχουν ιστιοραφεία, τα οποία κατασκεύαζαν πανιά κατόπιν παραγγελίας. Συνήθως όμως, στα ιστιοραφεία παραγγέλλονται μόνο τα πανιά των μεγάλων πλοίων. Οι περισσότεροι καϊκτσήδες, κατασκεύαζαν οι ίδιοι τα πανιά τους.

Η ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ ΤΩΝ ΠΑΝΙΩΝ
Για να λειτουργήσει σαν αεροτομή ένα πανί, δεν πρέπει να είναι επίπεδο, αλλά να σχηματίζει ελαφριά κοιλότητα ( «φούσκα», «να κάνει σάκο» ). Η κοιλότητα δεν είναι τυχαία κατασκευασμένη, ούτε ως προς το βάθος και το μέγεθός της, ούτε ως προς την θέση της πάνω στο πανί.
Οι παλαιοί ιστιοράφοι καθόριζαν την φόρμα του πανιού εντελώς εμπειρικά, αλλά με μεγάλη ακρίβεια. Η φόρμα δίνεται στο πανί με «πίνες», ή «ψάρια», τριγωνικά «παρσίματα» του πανιού στις ραφές, (όπως οι «πένσες» στα ρούχα) .Για να δοθεί με ακρίβεια η ζητούμενη φόρμα, αλλά και για λόγους μεγαλύτερης αντοχής, κάθε πανί έχει πολλές ραφές.
Τα πανιά ράβονται με σύνδεση παράλληλων λωρίδων υφάσματος, κατά κανόνα σε κάθετη σειρά. Οι λωρίδες αυτές είναι από βαμβακερό, βαρύ ύφασμα, τύπου «δίμιτο», που υφαίνεται ειδικά για αυτό το σκοπό στενό, σε λωρίδες φάρδους περίπου 40 εκατοστών και ράβεται πάντοτε χωρίς να κόβονται οι ούγιες.
Οι ραφές γίνονται με ειδική βελονιά. Το ύφασμα τεντώνεται ενώ ράβεται, για να μην σπάσουν οι ραφές όταν θα το φουσκώσει ο άνεμος. Γύρω από το πανί ράβεται, υπό τάση πάντα το «γραντί», ένα σχοινί που το ενισχύει. Γραντί και κλωστές είναι πάντα καλής ποιότητας, για να μη φθείρονται γρήγορα. Επάνω στο πανί ράβονται οι «μούδες». Πρόκειται για οριζόντιες ενισχύσεις με ραμμένα σε ίσες αποστάσεις, σχοινάκια μικρού μήκους, τα «τσαμαντάνια», ή
«μανταφούνια». Οι μούδες ράβονται παράλληλα προς την κάτω, συνήθως, πλευρά του πανιού και σε αποστάσεις ανάλογες με το μέγεθός του. 'Όταν ο άνεμος γίνεται ισχυρότερος, το πανί τυλίγεται για το διάστημα που ορίζει κάθε μούδα και δένεται με τα μανταφούνια. Από τους τύπους των πανιών που έχουνε μούδες, τα μεγαλύτερα διαθέτουν συνήθως τρεις σειρές και τα μικρότερα δύο.
Στα σημεία από τα οποία δένεται το πανί και στις άκριες από τις μούδες, τοποθετούνται «ροδάντζες». (σχοινένιοι, ξύλινοι ή μεταλλικοί κρίκοι). Τα σημεία αυτά ενισχύονται με πρόσθετο ύφασμα.

ΤΥΠΟΛΟΓΙΑ ΤΩΝ ΠΑΝΙΩΝ

· Η Σακολέβα

Η σακολέβα είναι πολύ διαδεδομένο πανί στον χώρο του Αιγαίου και της μαύρης θάλασσας. Είναι τραπεζόσχημο, μεγάλο πανί, που διατρέχει το σκάφος καθ' όλο σχεδόν το μήκος το. Το κατάρτι που στηρίζει την αντένα της σακολέβας γέρνει προς την πλώρη.
Η ξεχωριστή ιδιότητα της σακολέβας, είναι το ότι ο «σάκος» της, ο οποίος βρίσκεται στην επάνω πλευρά της, λειτουργεί έτσι, ώστε το πανί αυτό να «λεβάρει» ( να σηκώνει) το σκάφος. Η ιδιότητά του αυτή, από την οποία παίρνει και το όνομά του (σάκκος+λεβάρω), επιτρέπει στα σκάφη που το φέρουν, να ταξιδεύουν με τρικυμία, όταν άλλα, ίδιου μεγέθους αναγκάζονται να μένουν στα λιμάνια.
Το μειονέκτημά της είναι ότι δεν μπορεί να ορτσάρει, να πλησιάσει δηλαδή την κατεύθυνση του ανέμου.

· Οι σταύρωσες

Η σταύρωση είναι ο παλαιότερος τύπου πανιού που βρίσκουμε σε ολόκληρη την Ελλάδα. Έχει σχήμα κανονικού ισοσκελούς τραπέζιου, με μεγαλύτερη από τις παράλληλες πλευρές του, την κάτω. Η απάνω πλευρά του είναι σταθερά προσδεμένη σε οριζόντιο άλμπουρο, το «πινό».
Όταν χρησιμοποιούνται σαν κύρια πανιά, τοποθετούνται πολλές σταύρωσες σε ένα άλμπουρο (η μία πάνω από την άλλη). Οι ξεχωριστές ιδιότητές τούς, είναι αφ' ενός η δυνατότητα να προσφέρουν μεγάλη συνολική επιφάνεια πανιών σε ψηλά άλμπουρα και αφ' ετέρου να συνδυάζονται με πολλούς τρόπους, ανάλογα με τις καιρικές συνθήκες.
Τα σκάφη που είναι αρματωμένα με σταύρωσες διακρίνονται για την σταθερότητά τους. Πολλοί από τους χειρισμούς τους, γίνονται από θέσεις πάνω στα άλμπουρα και τα σκάφη που τις χρησιμοποιούν σαν κύρια πανιά, χρειάζονται μεγάλα πληρώματα.
Μερικές σταύρωσες διαθέτουν μία ή δύο μούδες στο πάνω μέρος τους, έτσι που το πανί που «μουδάρεται» προσδένεται στο πινό.
Στα καΐκια με πανί τύπου σακολέβα, χρησιμοποιούνται βοηθητικά, παρέχοντας δυνατότητα αύξησης της συνολικής επιφάνειας των πανιών, όταν οι άνεμοι πνέουν ασθενείς.

· Το Λατίνι

Το λατίνι είναι χαρακτηριστικό πανί όχι μόνο των ελληνικών θαλασσών, αλλά ολόκληρης της Μεσογείου. Το λατίνι είναι τριγωνικό, οξυκόρυφο πανί. Η εμπρός πλευρά του είναι σταθερά δεμένη σε μακριά αντένα, η οποία αναρτάται διαγώνια από το κατάρτι. Σε ορισμένες περιπτώσεις, ιδιαίτερα στα μικρότερα λατίνια, αποκτά σχήμα μη κανονικού τραπεζίου, με την προσθήκη ενός «ποδιού».
Κατά την πορεία της εξέλιξής του, και μάλιστα λίγο πριν εκλείψει η χρήση του, δημιουργήθηκε ο τύπος του «μισολάτινου», στο οποίο αφαιρείται ολόκληρο το μέρος του πανιού που βρίσκεται μπροστά από το κατάρτι και το πανί γίνεται τραπεζόσχημο. Παράλληλα, η αντένα μένει πια μόνιμα «ισαρισμένη», (αναρτημένη), και το πανί ανεβοκατεβαίνει επάνω σ' αυτήν .
Τα μισολάτινα είναι πάντα μεγάλα λατίνια.
Μια βελτίωση που έγινε στα μικρά λατίνια προς το τέλος, πάλι της εποχής τους, ήταν το κόψιμο του λατινιού στο ύψος του καταρτιού, ώστε αυτό να χωρίζεται στα δυο. Στα λατίνια αυτά, το προς την πρύμνη μέρος τους ανεβοκατεβαίνει στην αντένα, ενώ το προς την πλώρη τυλίγεται επάνω της.

Το λατίνι έχει πολύ υψηλή αντένα και γι’ αυτό κατά την πλεύση κοντά σε ακτές απαιτεί προσοχή για γρήγορη αντίδραση στις «σπηλιάδες», (ξαφνικές, ισχυρές πνοές ανέμου).
Θεωρείται γρήγορο πανί, απλό στον χειρισμό του και προσφέρεται για κλειστές πλεύσεις, «όρτσα».

Βιβλιογραφία: «Τα ελληνικά ιστιοφόρα καΐκια του 20ου αιώνα», Κ. ΔΑΜΙΑΝΙΔΗ, Τ. ΛΕΟΝΤΙΔΗ, Εκδόσεις Γαβριηλίδης.

Δεν υπάρχουν σχόλια: